- εικοστοτέταρτος
- εἰκοστοτέταρτος, -η, -ον (Α)ο εικοστός τέταρτος.
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
εἰκοστοτέταρτον — εἰκοστοτέταρτος twenty fourth masc/fem acc sg εἰκοστοτέταρτος twenty fourth neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
εἰκοστοτετάρτων — εἰκοστοτέταρτος twenty fourth masc/fem/neut gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
εἰκοστοτετάρτῳ — εἰκοστοτέταρτος twenty fourth masc/fem/neut dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)